Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025

                                            ΝΕΡΕΝΙΑ

 

Μια φορά κι έναν καιρό σε μια σπηλιά στον βυθό της θάλασσας, που ήταν στολισμένη με χιλιάδες κοχύλια και γύρω της είχε χιλιάδες  γαλάζιες θαλασσινές  ανεμώνες, γεννήθηκε μια όμορφη γοργόνα.

 Ο πατέρας της, ο Ποσειδώνας, που την καμάρωνε χαρούμενος. καθώς κοιμόταν στη χρυσή κούνια της , έστειλε τους γλάρους να πουν σ΄όλο τον κόσμο για την γέννηση της κόρης του.

Μια μέρα κάλεσε όλους τους φίλους του κι ανακοίνωσε το όνομα της μονάκριβής του «Νερένια» γιατί τα μάτια της είχαν το σμαραγδί χρώμα των νερών.

Η Νερένια μεγάλωνε και κάθε μέρα γινόταν και πιο όμορφη κι επειδή τα πράγματα στο βυθό γίνονται καμιά φορά επικίνδυνα  έβαλε φρουρούς ξιφίες για να την προσέχουν και να την προστατεύουν.

Πολλά ψαράκια την επισκέπτονταν συχνά και της έκαναν παρέα, αλλά οι καλύτεροι της φίλοι ήταν οι ιππόκαμποι.Ο πιο αγαπημένος της φίλος όμως ήταν το δελφίνι, που ερχόταν καθημερινά και της έλεγε όλα τα νέα του βυθού και καμιά φορά και της στεριάς, καθώς και ιστορίες από τα παλιά που του είχαν πει άλλα δελφίνια.  Κι οι αστερίες την αγαπούσαν πολύ γι αυτό έφτιαξαν ένα στεφάνι  από αστερίες και κείνη το φορούσε  στα μαλλιά της για να τους έχει πάντα κοντά της.

 Η μικρή γοργονίτσα  Νερένια μεγάλωσε  και ένα πρωί πήγε στον μπαμπά της και του είπε ότι ήθελε να βγει έξω από την βασιλική τους σπηλιά και να γνωρίσει στ΄αλήθεια κι όχι πια μέσα από ιστορίες που της διηγιόταν οι φίλοι της, τον κόσμο του βυθού.

Ο μπαμπάς της το σκέφτηκε πολύ κι επειδή φοβόταν για την ασφάλεια της, της μίλησε για τους κινδύνους που υπάρχουν στον βυθό. Της είπε  πως έπρεπε να αποφεύγει  τα δίχτυα των ψαράδων, να αποφεύγει ν΄ακουπήσει τις δράκαινες που είναι κάτι δηλητηριώδη ψάρια, αλλά πάνω απ΄όλα έπρεπε να προσέχει τους καρχαρίες, γιατί αυτοί ήταν οι πιο επικίνδυνοι απ΄όλους. Και φυσικά δεν θα πήγαινε πουθενά χωρίς τους φρουρούς – ξιφίες.

Η γοργονίτσα τα ήξερε όλα αυτά. Τα είχε μάθει στο γοργονοσχολείο, αλλά τα είχε συζητήσει και με τους φίλους της τα λογής-λογής μικρά και μεγάλα πολύχρωμα ψαράκια που την επισκέπτονταν τακτικά.

Ο πατέρας της καλού-καλού έστειλε το πιστό του δελφίνι κι ειδοποίησε όλους όσους ζούσαν στον βυθό ότι θα βγει βόλτα η Νερένια του κι  έπρεπε όλοι να την προσέχουν.

Σε λίγες μέρες η Νερένια ξεκίνησε το ταξίδι της αγκαλιά με το αγαπημένο της δελφίνι.

Γέμισαν τα μάτια της με καινούριες εικόνες. Μικρά και μεγάλα ψάρια με περίεργα σχήματα και πολλά χρώματα την χαιρετούσαν με χαρά. Πολλά διαφορετικά φυτά, φύκια ακόμα και θαλασσόδεντρα, συμπλήρωναν την εικόνα. Μικρά και μεγάλα βράχια καθώς και θαλασσινές σπηλιές που εύρισκαν καταφύγιο τα χταπόδια, τα καλαμάρια και πολλά ψαράκια έσπαγαν την μονοτονία της άμμου.

Και το δελφίνι της έλεγε συνεχώς διάφορες ιστορίες με πρωταγωνιστές όλα αυτά τα πλάσματα που συναντούσαν.

΄Ηταν μαγεμένη μ΄όλα αυτά όταν συνάντησαν μια φάλαινα που εκείνη την ώρα έβγαζε νερό απ΄το κεφάλι της κι έφτιαχνε ένα σιντριβάνι. Η Νερένια πλησίασε κι η φάλαινα της έριξε νερό κι άρχισαν να παίζουν και να περνούν όμορφα.

Μετά συνάντησαν μια τεράστια χελώνα Καρέτα-καρέτα.

Πήγαινε βιαστική να βοηθήσει την κα Αστερία γιατί αρρώστησε βαριά από  τη μολυσμένη θάλασσα.

Η Νερένια ήθελε πολύ να βοηθήσει, αλλά δεν γνώριζε πώς. Τότε η χελώνα της είπε πως μπορούσε να βρει κάποιο τρόπο να ειδοποιήσει τους ανθρώπους να μην βρωμίζουν με σκουπίδια και απόβλητα τις θάλασσες.

Κι η  Νερένια βρήκε τον τρόπο. Το ίδιο βράδυ που γύρισε στην σπηλιά της , αν και ήταν πολύ κουρασμένη, κάθισε και έγραψε μηνύματα που τα έκλεισε σε γυάλινα μπουκαλάκια και τάδωσε στα κύματα για να τα μοιράσουν σε όλη τη γη.(να παρατηρείς προσεκτικά λοιπόν όταν πηγαίνεις στην παραλία, μπορεί να ανακαλύψεις κάποιο τέτοιο μήνυμα).

Την άλλη μέρα ξεκίνησε πάλι το ταξίδι της αλλά από την αντίθετη κατεύθυνση. Όλα ήταν υπέροχα, μαγικά… Ξαφνικά σκοτείνιασε ο βυθός και το δελφίνι την άρπαξε γρήγορα από το χέρι και την τράβηξε σε μια κοντινή σπηλιά. Η γοργόνα τρόμαξε , αλλά δεν καταλάβαινε τίποτα, μέχρι που της εξήγησε το δελφίνι, ότι κινδύνευαν να γίνουν το φαγητό του μεγάλου φοβερού καρχαρία..

 Το χταπόδι που έμενε σ΄αυτή τη σπηλιά, θύμωσε κι έκανε να φύγει, αλλά γύρισε πίσω μόλις κατάλαβε τον κίνδυνο του μεγάλου καρχαρία που πεινασμένος, έκοβε βόλτες, εκεί απ΄έξω. Όταν πια ο καρχαρίας βαρέθηκε κι έφυγε παρακάτω μήπως βρει κάτι να φάει και ξαναγέμισε με φως ο βυθός, η Νερένια βγήκε απ΄τη σπηλιά, ευχαρίστησε το χταπόδι για την φιλοξενία και συν’εχισε την βόλτα της παρέα με τον πιστό της φίλο.

Μετά από πολλές ώρες κολύμπι , έφτασαν κοντά σ΄ένα παλιό βυθισμένο πειρατικό πλοίο. Δίπλα στο πλοίο ήταν ένα μεγάλο σεντούκι γεμάτο λογής-λογής θησαυρούς.Είχε χρυσά νομίσματα, στέμματα, κοσμήματα με μαργαριτάρια κι άλλα  λαμπερά πολύτιμα πετράδια.

Αυτό όμως που πραγματικά έκανε εντύπωση στη Νερένια ήταν ένα όμορφος γοργόνος που κολυμπούσε και κείνος εκεί.

Ο γοργόνος την πλησίασε, της είπε ότι τον λένε Θαλασσινό κι  έτσι γνωρίστηκαν.

Από τότε η Νερένια κι ο Θαλασσινός έγιναν αχώριστοι και συναντιόντουσαν κάθε μέρα στο ίδιο σημείο του βυθού κι έκαναν παρέα και γέλαγαν πολύ και πέρναγαν καλά.

Κάποια μέρα λοιπόν ο Θαλασσινός ζήτησε σε γάμο την Νερένια και της πρόσφερε ένα όμορφο μενταγιόν με κοχύλι και μαργαριτάρι. Κι εκείνη που τον αγαπούσε πολύ δέχτηκε αμέσως κι έφτιαξαν ένα πολύ όμορφο παλάτι στο βυθό, στολισμένο με όλους εκείνους τους θησαυρούς που βρήκαν δίπλα στο βυθισμένο πλοίο, στολισμένο με όμορφα κοράλλια και κοχύλια και γύρω του φύτεψαν όμορφα θαλασσολούλουδα.

Στο γάμο του κάλεσαν όλα τα ψάρια που ήταν φίλοι τους κι εκείνη ήταν μια  πολύ όμορφη νύφη. Μετά έκαναν ένα μεγάλο γλέντι που ακόμα το θυμούνται στο βυθό.

Την άλλη μέρα έφυγαν ταξίδι και κολυμπώντας έφτασαν σ΄ένα νησί, όπου οι άνθρωποι είχαν λάβει ένα από τα μηνύματά της και χάρηκαν πολύ που τους γνώρισαν και τους είπαν πόσο πολύ προσπαθούν να κρατήσουν την θάλασσα καθαρή.

Αυτό θα ήταν το καλύτερο δώρο των ανθρώπων για όλα τα πλάσματα της θάλασσας!

Τρίτη 25 Μαρτίου 2025

 

 



Τίτο πήγε σε ένα σχολείο για να μάθει όμορφα κόλπα και να γίνει κλόουν.( Ζωγράφισε τον Τίτο όπως μπορείς)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

................................................................................................

Την πρώτη μέρα του έδωσαν ένα καπέλο που είχε μία βούλα


 

Βάλε τη βούλα στο καπέλο.

Γράψε πόσες βούλες έχει το νέο καπέλο του Τίτο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 ..............................................................................................................


Τη δεύτερη μέρα ένας άλλος υποψήφιος κλόουν ο Τόνι, αποφάσισε να πάει σε άλλο σχολείο για να γίνει μηχανικός αυτοκινήτων και του χάρισε τη βούλα από το δικό του καπέλο.

 

 

 

 Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Γράψε πόσες βούλες έχει τώρα το καπέλο του.

1+1

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

.............................................................................................................



Την τρίτη μέρα κατέβασε από ένα δέντρο κι έσωσε ένα γατάκι που είχε σκαλώσει εκεί και φοβόταν πολύ. Και το γατάκι για να τον ευχαριστήσει του χάρισε μια καινούργια βούλα για το καπέλο του.                                                                               

 

 


  Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Πόσες βούλες νομίζεις ότι έχει τώρα το καπέλο του;

2+1

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


......................................................................................................................................................................



.


Την τέταρτη μέρα πέρασε με επιτυχία το τεστ των παζλς όταν κατάφερε να συναρμολογήσει παζλ με100 κομμάτια κι έτσι κέρδισε άλλη μια βούλα.

                         


 Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Γράψε πόσες βούλες νομίζεις ότι έχει τώρα το καπέλο του.

3+1

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 




................................................................................................................................................

Την Πέμπτη μέρα είπε μια πολύ αστεία ιστορία στην τάξη των κλόουν κι επειδή γέλασαν πολύ όλοι, ο δάσκαλος του έδωσε άλλη μια βούλα για το καπέλο του.


 

 Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

 Μήπως μπορείς να υπολογίσεις και να γράψεις πόσες  βούλες έχει τώρα;

4+1

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 




..........................................................................................................................................................

Το βράδι όμως ήρθε κρυφά ένα ποντικάκι και ροκάνισε 2 από τις βούλες του καπέλου του Τίτο.

 

 

 




  Βάλε τις βούλες που έμειναν στο καπέλο.

Πόσες βούλες έμειναν στο καπέλο του τώρα;

5-2

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



.......................................................................................................................................................................

Όταν το έμαθαν αυτό οι φίλοι του Ρίκο, Ρίκι και Ρίκοκο, αποφάσισαν να του χαρίσουν ο καθένας από μία βούλα.

 


 


  Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Γράψε πόσες βούλες νομίζεις ότι έχει τώρα το καπέλο του.

3+3

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 




.................................................

Την άλλη μέρα , επειδή έλυσε το μυστήριο του μεγάλου λαβύρινθου, κέρδισε άλλη μια βούλα.

 

 

 

 

  Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Γράψε πόσες βούλες έχει τώρα συνολικά.

6+1

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 







Όμως μια καρακάξα μπήκε απ’το παράθυρο και πριν προλάβει ο Τίτο του άρπαξε 2 βούλες από το καπέλο του, που τις άρεσαν .


                 


  Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Πόσες βούλες έμειναν τώρα στο καπέλο;

7-2

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Επειδή όμως ήταν τα γενέθλια του και για να μην στεναχωρημένος , ο διευθυντής του σχολείου, του έδωσε 3 νέες βούλες για το καπέλο του.

 

 

 

                         


  Βάλε τις βούλες στο καπέλο. 

Κι έτσι τώρα πόσες βούλες έχει το καπέλο του Τίτο;

5+3

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Την άλλη μέρα καθώς πήγαινε στο σχολείο του, βρήκε ένα πουλάκι που είχε πέσει από τη φωλιά του κι επειδή το έπιασε και το έβαλε πίσω, η μανούλα

του, του έδωσε άλλη μια βούλα.


 

 

 

                                 

 

 Βάλε τις βούλες στο καπέλο. 

Κι έτσι τώρα έχει  8+1 βούλες.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 





Εκείνη την ημέρα στο σχολείο κατάφερε να κάνει κόλπα με 10 μπάλες κι έτσι κέρδισε άλλη μία βούλα.

 


 

                                     

 

 Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Για να δούμε τώρα , πόσες βούλες έχει το καπέλο του;

9+1

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 





Όμως ο φίλος του ο Τόνι ήταν λυπημένος γιατί δεν είχε καταφέρει να κερδίσει βούλες και το δικό του το καπέλο ήταν άδειο. Γι αυτό ο Τίτο του χάρισε 5 από τις δικές του.

 


                         

Πόσες βούλες του έμειναν τώρα;

10-5

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

΄Αρχισε τότε να μαζεύει υλικά ανακύκλωσης και γέμισε με γυαλί, αλουμίνιο, χαρτί και πλαστικά τους ειδικούς κάδους ανακύκλωσης κι ο Δήμαρχος της πόλης του έδωσε από μία βούλα για κάθε ανακυκλώσιμο υλικό.


 

 


Πόσες έγιναν οι βούλες του μαζί με τις βούλες του

Δημάρχου;               5+4

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 





Όμως για να πάρει άριστα έπρεπε να έχει 10 βούλες.

Μπορείς να σκεφτείς τι να κάνει για να αποκτήσει τη βούλα που του λείπει; ( ζωγράφισε την ιδέα σου )

 

 

 

 

 

 

 

                             

  

Βάλε τις βούλες στο καπέλο.

Αν τον βοήθησες να την κερδίσει, βάλε τη στο καπέλο του και



Γράψε πόσες βούλες έχει μαζέψει τελικά για να είναι άριστος όπως εσύ που τον βοήθησες.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

                                                     ΓΛΩΣΣΑ  --  ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ



 

Τα αρκουδάκια

 

Μια μέρα ένα αρκουδάκι ο Πάρης βγήκε να μαζέψει μήλα για να φτιάξει μηλόπιτα. Μες στο δάσος υπήρχε μια μηλιά αλλά δεν είχε καθόλου μήλα κι απογοητεύτηκε.

Η Κάλια, η αρκουδίτσα είχε κρύψει 1 βάζο με μέλι στην κουφάλα ενός δέντρου και πήγε να το πάρει γιατί τρελαινόταν να τρώει τηγανίτες με μέλι.

Ο Μηνάς το αρκουδάκι πάλι, πήγε να ψέξει συναντήσει τους φίλους του τα 2 σκιουράκια που ζούσαν σε μια βελανιδιά.

Ο Διονύσης, το αρκουδάκι πήγε ν΄αγοράσει 3 αυγά από την αγριοπεριστέρα που είχε το μαγαζάκι στο δάσος για να φτιάξει κέικ για τα γεννέθλιά του.

Ο Στέργιος, το αρκουδάκι, πήγε στο ψηλό κυπαρίσσι να συναντήσει τους 4 φίλους του, το λαγό, τη χελώνα, τον πόντικα και το μικρό αλεπουδάκι για να παίξουν.

Η Άλκηστις, ή αρκουδίτσα, πήγε να μαζέψει μερικά βατόμουρα που χρειαζόταν για να φτιάξει την ξακουστή μαρμελάδα της, αλλά βρήκε μόνο 5.

Ο Χάρης, το αρκουδάκι, καθώς έκανε την καθημερινή του βόλτα στο δάσος βρήκε 6 λαμπερά πετράδια που είχαν πέσει απ΄τη φωλιά της καρακάξας και της τα επέστρεψε.

Η Λιάνα, η αρκουδίτσα, ήταν πολύ περίεργη κι έψαχνε στο δάσος να βρει το σπίτι των 7 νάνων. Το βρήκε, αλλά εκείνοι έλειπαν κι έμεινε με την απορία πώς να ήταν άραγε οι νάνοι.

Η Εύα , η αρκουδίτσα έκοψε 8 πανέμορφα λουλούδια για να τα χαρίσει στη μανούλα της που γιόρταζε.

Ο Ζώης, το αρκουδάκι, έστειλε 9 προσκλήσεις για να καλέσει τους φίλους του σε πάρτυ.

Η Νιόβη, η αρκουδίτσα πήγε στο σπίτι του Ζώη όπου 10 αρκουδάκια μαζί έκαναν πάρτι.

(Τα ονόματα είναι άσχετα με τα παιδιά, αλλά αρχίζουν από το αρχικό του κάθε παιδιού και κάθε παιδί πρέπει να πάει στο σημείο της τάξης με την αντίστοιχη εικόνα.)

 

 

Το πάρτι του Ζώη

 

Στο πάρτι του Ζώη μαζεύτηκαν όλοι οι φίλοι του εκτός από 2. Η Εύα έπρεπε να μείνει λίγο σπίτι της για τη γιορτή της μαμάς της κι ο Διονύσης δεν είχε τελειώσει ακόμα με το κέικ του.

Πόσα αρκουδάκια δηλαδή πήγαν από νωρίς;

Μετά από λίγο ο πόντικας φώναξε τον Στέργιο να βοηθήσει το λαγό που πιάστηκε σε μια παγίδα κι αυτός πήρε μαζί του την Κάλια και τον Χάρη για να τον βοηθήσουν.

Πόσα αρκουδάκια νομίζετε πως έμειναν;

Ο Ζώης πήγε στο φούρνο να φέρει τα φαγητά κι η Λιάνα πήγε στο σπίτι της γιατί την ειδοποίησε ένας νάνος ότι η μανούλα της γεννούσε.

Πόσα αρκουδάκια έμειναν στο σπίτι του Ζώη;

Ο Μηνάς κι Νιόβη έτρεξαν για λίγο στο σπίτι τους για φέρουν τα καινούρια τους επιτραπέζια παιχνίδια και να παίξουν όλοι μαζί.

Πόσα αρκουδάκια έμειναν στο πάρτυ;

Ποιο αρκουδάκι ή αρκουδίτσα έμεινε;

Σε λίγο επέστρεψε ο Ζώης από το φούρνο με τις λιχουδιές που είχε φτιάξει η μανούλα του. Ήρθε κι η αργοπορημένη Εύα κι ο Διονύσης με το κέικ του.

Πόσα αρκουδάκια ήταν τώρα στο σπίτι του Ζώη;

΄Ηρθε κι ο Μηνάς με τη Νιόβη κρατώντας τα καινούρια τους επιτραπέζια.

 Πόσα έγιναν τώρα τα αρκουδάκια;

Γύρισε κι η Λιάνα χαρούμενη γιατί απέκτησε τρία μικρά αδελφάκια.

Ο Στέργιος , η Κάλια κι ο Χάρης επέστρεψαν κι αυτοί χαρούμενοι που βοήθησαν τον λαγό να ελευθερωθεί από την παγίδα.

Πόσα αρκουδάκια έκαναν τώρα παρέα;

 

 

 

 

 

 

ΤΑ ΔΩΡΑ

 

Και τώρα ήρθε η ώρα ν΄ανοίξουν τα δώρα.

Η Νιόβη, ο Στέργιος  κι η Λιάνα έφεραν από 2 βάζα μέλι.

Πόσα βάζα μέλι έφεραν όλοι μαζί;

Ο Διονύσης κι η Εύα έφεραν από 3 γλυφιτζούρια

Πόσα γλυφιτζούρια έφεραν δηλαδή;

Ο Πάρης, ο Χάρης κι  έφεραν από 4 σοκολάτες.

Πόσες ήταν όλες μαζί οι σοκολάτες;

Η ΄Αλκηστις κι ο Χάρης έφεραν από 5 ζουμερά μήλα.

Πόσα μήλα έφεραν κι οι δυό μαζί;

Μπορείς να μετρήσεις πόσα ήταν όλα μαζί τα δώρα;

Μήπως μπορείς να πεις πόσες καρέκλες θα χρειαστεί ο Ζώης για τους φίλους του;

……………………………………………………………………………

                      ΤΑ ΚΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

 Τα δέκα αρκουδάκια έπρεπε να μοιραστούν στα ίσα τα κεράσματα του Ζώη.

Πρώτα απ΄όλα λοιπόν έπρεπε να τους δώσει πιάτα, ποτήρια και χαρτοπετσέτες. Πόσα κομάτια θα χρειαζόταν απ΄αυτά ώστε να δώσει σε όλους από 1;

Ο Ζώης είχε 10 γλυφιτζούρια.

Πόσα έπρεπε να δώσει στον καθένα;

ΟΖώης λοιπόν είχε 20 σοκολατάκια.

Πόσα έπρεπε να δώσει στον καθένα;

Ο Ζώης είχε  30 καραμελίτσες.

Πόσες έπρεπε να δώσει στον καθένα;

Ο Ζώης είχε 5 τυρόπιτες .

Πώς μπορούσε να τις μοιράσει στους φίλους του;

 ΄Ηταν όλοι ευχαριστημένοι με την μοιρασιά;

Μήπως αδικήθηκε κανείς;

Ωραία λοιπόν νομίζω ότι ήρθε η ώρα για χορό και παιχνίδια.

                             ΠΕΙΡΑΤΕΣ!!!


Κάποτε τα πολύ παλιά τα χρόνια οι πειρατές ήταν ο φόβος και ο τρόμος των πλοίων που ταξίδευαν στις 7 θάλασσες.

Αυτοί ήταν άνθρωποι κακοί , άσχημοι, με βρώμικα κουρελιάρικα ρούχα, με βρώμικα νύχια και μαυρισμένα δόντια.

Ταξίδευαν με μαύρα ξύλινα πλοία, που δεν είχαν μηχανές, αλλά μαύρα πανιά που τα φούσκωνε ο άνεμος και στο πλάι εκτός από τις τρύπες για τα κανόνια τους, είχαν και κουπιά. Ψηλά στο ξύλινο κατάρτι έβαζαν μια μαύρη σημαία με μια  άσπρη νεκροκεφαλή και άσπρα κόκαλα.

Τους πειρατές τους λέγαν και κουρσάρους γιατί ορμούσαν στη στεριά , στα σπίτια των ανθρώπων κι έκλεβαν ό,τι θησαυρούς εύρισκαν και καμιά φορά έκλεβαν κι άντρες για πλήρωμα του πλοίου ή γυναίκες για να τις παντρευτούν.

Εκτός όμως από τα σπίτια στη στεριά έκαναν συχνά επιθέσεις σε πλοία, όπου ανέβαιναν ξαφνικά, πηδώντας μέσα στα πλοία με σχοινιά κι έκλεβαν  τους θησαυρούς και τα πλοία ολόκληρα κι έπαιρναν για πλήρωμα στο πειρατικό καράβι τους ναύτες.

Αυτοί λοιπόν οι πειρατές, όταν κλέψουν θησαυρούς, πάνε σε κάποιο νησί και τους θάβουν γιατί φοβούνται μη συμβεί και σε κάποια μάχη του χτυπήσει καμιά μπόμπα και βουλιάξει το πλοίο τους και χαθούν μαζί και οι θησαυροί τους. Και για να μπορούν να τους βρίσκουν όποτε θέλουν φτιάχνουν χάρτες και τους φυλάνε κάπου σε μια μυστική κρυψώνα.

………………………………………………………………………

Ένας τέτοιος λοιπόν ξακουστός πειρατής, φοβερός και τρομερός καπετάνιος, ψηλός , μαυριδερός, με μακριά μαύρα μαλλιά, με μπλε μάτια,  που φορούσε μια μπλούζα με κόκκινες και άσπρες γραμμές κι ένα μαύρο παντελόνι κι ένα κόκκινο μαντήλι στο κεφάλι και  που τον έλεγαν Στίνγκ, είχε ένα μεγάλο ξύλινο πλοίο που το έλεγαν « ΄Αγριο Λύκο» με 20 άντρες για πλήρωμα.( Θα ήθελε να είχε 189 άντρες για πλήρωμα , αλλά θα έπρεπε να είχε πολύ μεγάλο πλοίο και δεν θα ήταν εύκολο να ξεφύγει απ΄αυτούς που θα τον κυνηγούσαν)

Το πλήρωμα αποτελούσαν δέκα πολεμιστές ,ένας τιμονιέρης ,ένας αξιωματικός που έδινε οδηγίες κι είχε αντί για δεξί χέρι έναν γάντζο και πάνω στο γάντζο καθόταν ένας κόκκινος παπαγάλος,  ένας μάγειρας χοντρός που είχε ένα ξύλινο πόδι γιατί το άλλο  του το έκοψαν στη μάχη με μια σπαθιά, ένας ναύτης που είχε το ένα μάτι του κλειστό  με ένα μαύρο πετσί γιατί είχε φάει μια μπουνιά και με το καλό του μάτι έβλεπε πέρα μακριά με το μονοκυάλι, όταν ανέβαινε ψηλά στο κατάρτι κι οι υπόλοιποι ήταν ναύτες για τα κουπιά που βοηθούσαν σε όλες τις δουλειές.

Αυτός λοιπόν μια μέρα, κάπου σ΄ένα λιμάνι , έμαθε πως θα περνούσε απ΄αυτό το μέρος  ένα μεγάλο πλοίο που ανήκε σ΄έναν πολύ πλούσιο βασιλιά.. Και μαζί του μέσα σ΄αυτό το πλοίο θα είχε και όλους τους θησαυρούς του ( λεφτά, χρυσάφια ,πολύτιμα πετράδια, διαμάντια…)

Πήρε λοιπόν το πλοίο του και βγήκε στη θάλασσα να ψάξει. Και δεν άργησε να τον ειδοποιήσει ο ναύτης του από το ψηλό κατάρτι,  ότι ένα μεγάλο πλούσιο πλοίο ήταν μπροστά τους, στην άκρη του ορίζοντα.

Σ΄αυτό λοιπόν το πλοίο που ήταν όμορφο, μεγάλο, περιποιημένο, καλοβαμένο, ταξίδευε ο βασιλιάς με τη βασίλισσα και τα δυο παιδιά του, τη πριγκίπισσα κόρη του και τον μικρό πρίγκιπα τον γιό του.Την πριγκίπισσα την έλεγαν Ρόζαλι κι είχε όμορφα ξανθά μαλλιά, που τα στόλιζε ένα χρυσό στέμμα και φορούσε ένα ροζ φουντωτό φόρεμα με φούξια τριανταφυλλάκια.

Στο πλοίο υπήρχαν πολλοί στρατιώτες που φορούσαν όμορφες μπλε στολές κι ήξεραν να πολεμούν γενναία με τα σπαθιά , τα πιστόλια και τα κανόνια τους για να προστατεύουν τον βασιλιά και την οικογένειά του.

Ξαφνικά ο ναύτης που ήταν στο πιο ψηλό κατάρτι του όμορφου πλοίου και κοίταζε με τα κιάλια, φώναξε τον καπετάνιο να δει κάτι. Κι ο καπετάνιος είδε πέρα μακριά ένα μαύρο πλοίο, με μαύρα πανιά, που ψηλά στο κατάρτι του κυμάτιζε μια μαύρη πειρατική σημαία.

-Συναγερμός! Φώναξε.-Πειρατές μπροστά μας. Ετοιμαστείτε για μάχη.

Κι αμέσως οι άντρες πήραν θέσεις μάχης, άλλοι στα κανόνια κι άλλοι ετοίμασαν τα πιστόλια και τα σπαθιά τους.

Όταν πλησίασε το πειρατικό, έμοιαζε να είναι άδειο γιατί οι πειρατές είχαν κρυφτεί. Ξαφνικά ακούστηκαν δυνατές κραυγές κι οι πειρατές πηδώντας κρεμασμένοι σε σχοινιά, μπήκαν στο βασιλικό πλοίο κι άρχισε μια σκληρή μάχη.

Ο καπετάνιος προσπάθησε ν΄απομακρύνει την πριγκίπισσα και να την κρύψει, αλλά δεν πρόλαβε, γιατί τον είδε ο Στίνγκ, του όρμησε κι οι δυο άντρες άρχισαν να παλεύουν και να κυλιούνται στο πάτωμα. Όμως ο πειρατής ήταν πιο δυνατός , ακινητοποίησε τον καπετάνιο, άρπαξε με το ζόρι την πριγκίπισσα στο ένα του χέρι και ένα σχοινί στο άλλο και πήδησε πίσω στο πλοίο του.

Στο μεταξύ οι πειρατές που ήταν πιο συνηθισμένοι στις μάχες, νίκησαν τους άπειρους στρατιώτες , τους έδεσαν μ΄ε΄να σχοινί , έψαξαν και βρήκαν το δωμάτιο με τους θησαυρούς  και με μεγάλη γρηγοράδα τους μετέφεραν στο δικό τους πλοίο.

Πω πω πόσους πολλούς θησαυρούς είχαν μαζέψει. Θα γινόντουσαν όλοι πολύ πλούσιοι κι ήταν πολύ χαρούμενοι γι αυτό, αλλά έπρεπε να πάνε γρήγορα να τους θάψουν για να μη συμβεί κανένα κακό.

Η πριγκίπισσα όμως ήταν πολύ δυστυχισμένη και καθόταν σε μια γωνιά κι έκλαιγε συνεχώς, Της έδωσαν να φάει κι αρνήθηκε, της έδωσαν νερό να πιεί κι αρνήθηκε… κι έκλαιγε , μόνο έκλαιγε….

Οι πειρατές συνέχιζαν να ταξιδεύουν , πηγαίνοντας στο μυστικό τους νησί , αλλά ο βασιλιάς και η βασίλισσα κόντευαν να τρελαθούν που έχασαν την αγαπημένη τους κόρη . ΄Ετσι αφού έλυσαν τους ναύτες τους συνέχισαν να ταξιδεύουν μήπως κάπου συναντούσαν πάλι τους πειρατές κι εύρισκαν κι έπαιρναν πίσω την κόρη τους.

Μετά από μέρες, έφτασε το πειρατικό καράβι σ΄ένα περίεργο νησί που δεν τόχε κανένας γνωστός χάρτης. Εκεί βγήκαν όλοι οι πειρατές , εκτός από τον Στίνγκ ,που έμεινε μαζί με την πριγκίπισσα, έσκαψαν ένα μεγάλο λάκκο , εκεί μέσα έκρυψαν τους θησαυρούς τους κι αφού έφτιαξαν ένα χάρτη για να δείχνει  με λεπτομέρειες το μέρος, γύρισαν χαρούμενοι στο καράβι κι έκαναν ένα γλέντι, όπου όλοι ( εκτός από τον  Στίνγκ, ) ήπιαν πολύ και μέθυσαν

Ξαφνικά ο μάγειρας με το κομμένο πόδι είπε:

-Καπετάνιε, θέλω να παντρευτώ τη πριγκίπισσα για να της φτιάχνω ωραία φαγητά να την ταΐζω.

-Όχι, εγώ θα την παντρευτώ είπε ο τιμονιέρης, για να την πηγαίνω βόλτες με το πλοίο μου.

-Όχι εγώ, για να την προστατεύω με το ξίφος μου, είπε ένας άλλος ναύτης .

Και για να μην πολυλογούμε, ξέσπασε ένας άγριος καυγάς , καθώς όλοι ήθελαν να παντρευτούν την όμορφη Ρόζαλι. Βγήκαν τα σπαθιά , βγήκαν τα πιστόλια και στο τέλος κατάφεραν και σκοτώθηκαν όλοι, εκτός από τον καπετάνιο που μόλις είδε την φασαρία, πήρε την πριγκίπισσα  και την έκρυψε στην καμπίνα του για να την προστατέψει.

Εκεί λοιπόν όταν ησύχασαν τα πράγματα, ο αρχιπειρατής ζήτησε από την πριγκίπισσα να παντρευτεί εκείνον

-Εγώ ποτέ δεν θα σε παντρευτώ. Ποτέ δεν θα μπορέσω να αγαπήσω έναν πειρατή.

-Μα δεν μπορώ να κάνω κάτι; Να αλλάξω για χάρη σου, γιατί σε αγαπώ πολύ.

-Πρέπει να πλυθείς, να ξυριστείς, να βγάλεις αυτά τα απαίσια ρούχα, ν΄αλλάξεις πλοίο και σημαία και ν΄αλλάξεις δουλειά.

-Κα τι δουλειά θέλεις να κάνω;

-Να γίνεις πλούσιος βασιλιάς σαν τον μπαμπά μου. Τότε ναι θα μπορώ να σε παντρευτώ.

.Τι να κάνει λοιπόν ο Στίνγκ, επέστρεψε στους δικούς της, την πριγκίπισσα με δυο φίλους του που δεν ήτα πειρατές , λέγοντάς της να τον περιμένει.

Ο βασιλιάς σαν γύρισε η κόρη του κόντεψε να τρελαθεί από τη χαρά του κι όταν εκείνη του είπε πως την έσωσε ο Στίνγκ,  ο γνωστός πειρατής , κι ότι του υποσχέθηκε πως αν αλλάξει θα τον παντρευτεί, δεν του άρεσε καθόλου.

  Ο Στινγκ Πήγε λοιπόν και πλύθηκε καλά-καλά, ξυρίστηκε , έβαλε όμορφα καθαρά ρούχα κι έγινε ένα όμορφο παλικάρι.

 Πήρε το χάρτη, βρήκε τους θησαυρούς του, τους πούλησε, πούλησε και το πλοίο του και με   τα χρήματα αυτά, έφτιαξε ένα όμορφο μεγάλο παλάτι κι αγόρασε ένα καλοφτιαγμένο και καθαρό πλοίο και πήρε για πλήρωμα κανονικούς ναυτικούς  και μ΄αυτό  ξεκίνησε κι έφτασε στη χώρα της καλής του και πήγε στον βασιλιά και ζήτησε την κόρη του να την παντρευτεί.

 Ο βασιλιάς  είδε πως είχε αλλάξει και ρώτησε την κόρη του , αν ήθελε αυτό το άντρα. Κι επειδή είχε γίνει πολύ όμορφος και περιποιημένος , εκείνη δέχτηκε με χαρά.

Κι αμέσως έγινε ένας λαμπρός γάμος στο νέο τους παλάτι κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς…. Καλύτερα!