ΝΕΡΕΝΙΑ
Μια φορά κι έναν καιρό σε μια σπηλιά στον βυθό της θάλασσας, που ήταν στολισμένη με χιλιάδες κοχύλια και γύρω της είχε χιλιάδες γαλάζιες θαλασσινές ανεμώνες, γεννήθηκε μια όμορφη γοργόνα.
Ο πατέρας της, ο Ποσειδώνας, που την καμάρωνε χαρούμενος. καθώς κοιμόταν στη χρυσή κούνια της , έστειλε τους γλάρους να πουν σ΄όλο τον κόσμο για την γέννηση της κόρης του.
Μια μέρα κάλεσε όλους τους φίλους του κι ανακοίνωσε το όνομα της μονάκριβής του «Νερένια» γιατί τα μάτια της είχαν το σμαραγδί χρώμα των νερών.
Η Νερένια μεγάλωνε και κάθε μέρα γινόταν και πιο όμορφη κι επειδή τα πράγματα στο βυθό γίνονται καμιά φορά επικίνδυνα έβαλε φρουρούς ξιφίες για να την προσέχουν και να την προστατεύουν.
Πολλά ψαράκια την επισκέπτονταν συχνά και της έκαναν παρέα, αλλά οι καλύτεροι της φίλοι ήταν οι ιππόκαμποι.Ο πιο αγαπημένος της φίλος όμως ήταν το δελφίνι, που ερχόταν καθημερινά και της έλεγε όλα τα νέα του βυθού και καμιά φορά και της στεριάς, καθώς και ιστορίες από τα παλιά που του είχαν πει άλλα δελφίνια. Κι οι αστερίες την αγαπούσαν πολύ γι αυτό έφτιαξαν ένα στεφάνι από αστερίες και κείνη το φορούσε στα μαλλιά της για να τους έχει πάντα κοντά της.
Η μικρή γοργονίτσα Νερένια μεγάλωσε και ένα πρωί πήγε στον μπαμπά της και του είπε ότι ήθελε να βγει έξω από την βασιλική τους σπηλιά και να γνωρίσει στ΄αλήθεια κι όχι πια μέσα από ιστορίες που της διηγιόταν οι φίλοι της, τον κόσμο του βυθού.
Ο μπαμπάς της το σκέφτηκε πολύ κι επειδή φοβόταν για την ασφάλεια της, της μίλησε για τους κινδύνους που υπάρχουν στον βυθό. Της είπε πως έπρεπε να αποφεύγει τα δίχτυα των ψαράδων, να αποφεύγει ν΄ακουπήσει τις δράκαινες που είναι κάτι δηλητηριώδη ψάρια, αλλά πάνω απ΄όλα έπρεπε να προσέχει τους καρχαρίες, γιατί αυτοί ήταν οι πιο επικίνδυνοι απ΄όλους. Και φυσικά δεν θα πήγαινε πουθενά χωρίς τους φρουρούς – ξιφίες.
Η γοργονίτσα τα ήξερε όλα αυτά. Τα είχε μάθει στο γοργονοσχολείο, αλλά τα είχε συζητήσει και με τους φίλους της τα λογής-λογής μικρά και μεγάλα πολύχρωμα ψαράκια που την επισκέπτονταν τακτικά.
Ο πατέρας της καλού-καλού έστειλε το πιστό του δελφίνι κι ειδοποίησε όλους όσους ζούσαν στον βυθό ότι θα βγει βόλτα η Νερένια του κι έπρεπε όλοι να την προσέχουν.
Σε λίγες μέρες η Νερένια ξεκίνησε το ταξίδι της αγκαλιά με το αγαπημένο της δελφίνι.
Γέμισαν τα μάτια της με καινούριες εικόνες. Μικρά και μεγάλα ψάρια με περίεργα σχήματα και πολλά χρώματα την χαιρετούσαν με χαρά. Πολλά διαφορετικά φυτά, φύκια ακόμα και θαλασσόδεντρα, συμπλήρωναν την εικόνα. Μικρά και μεγάλα βράχια καθώς και θαλασσινές σπηλιές που εύρισκαν καταφύγιο τα χταπόδια, τα καλαμάρια και πολλά ψαράκια έσπαγαν την μονοτονία της άμμου.
Και το δελφίνι της έλεγε συνεχώς διάφορες ιστορίες με πρωταγωνιστές όλα αυτά τα πλάσματα που συναντούσαν.
΄Ηταν μαγεμένη μ΄όλα αυτά όταν συνάντησαν μια φάλαινα που εκείνη την ώρα έβγαζε νερό απ΄το κεφάλι της κι έφτιαχνε ένα σιντριβάνι. Η Νερένια πλησίασε κι η φάλαινα της έριξε νερό κι άρχισαν να παίζουν και να περνούν όμορφα.
Μετά συνάντησαν μια τεράστια χελώνα Καρέτα-καρέτα.
Πήγαινε βιαστική να βοηθήσει την κα Αστερία γιατί αρρώστησε βαριά από τη μολυσμένη θάλασσα.
Η Νερένια ήθελε πολύ να βοηθήσει, αλλά δεν γνώριζε πώς. Τότε η χελώνα της είπε πως μπορούσε να βρει κάποιο τρόπο να ειδοποιήσει τους ανθρώπους να μην βρωμίζουν με σκουπίδια και απόβλητα τις θάλασσες.
Κι η Νερένια βρήκε τον τρόπο. Το ίδιο βράδυ που γύρισε στην σπηλιά της , αν και ήταν πολύ κουρασμένη, κάθισε και έγραψε μηνύματα που τα έκλεισε σε γυάλινα μπουκαλάκια και τάδωσε στα κύματα για να τα μοιράσουν σε όλη τη γη.(να παρατηρείς προσεκτικά λοιπόν όταν πηγαίνεις στην παραλία, μπορεί να ανακαλύψεις κάποιο τέτοιο μήνυμα).
Την άλλη μέρα ξεκίνησε πάλι το ταξίδι της αλλά από την αντίθετη κατεύθυνση. Όλα ήταν υπέροχα, μαγικά… Ξαφνικά σκοτείνιασε ο βυθός και το δελφίνι την άρπαξε γρήγορα από το χέρι και την τράβηξε σε μια κοντινή σπηλιά. Η γοργόνα τρόμαξε , αλλά δεν καταλάβαινε τίποτα, μέχρι που της εξήγησε το δελφίνι, ότι κινδύνευαν να γίνουν το φαγητό του μεγάλου φοβερού καρχαρία..
Το χταπόδι που έμενε σ΄αυτή τη σπηλιά, θύμωσε κι έκανε να φύγει, αλλά γύρισε πίσω μόλις κατάλαβε τον κίνδυνο του μεγάλου καρχαρία που πεινασμένος, έκοβε βόλτες, εκεί απ΄έξω. Όταν πια ο καρχαρίας βαρέθηκε κι έφυγε παρακάτω μήπως βρει κάτι να φάει και ξαναγέμισε με φως ο βυθός, η Νερένια βγήκε απ΄τη σπηλιά, ευχαρίστησε το χταπόδι για την φιλοξενία και συν’εχισε την βόλτα της παρέα με τον πιστό της φίλο.
Μετά από πολλές ώρες κολύμπι , έφτασαν κοντά σ΄ένα παλιό βυθισμένο πειρατικό πλοίο. Δίπλα στο πλοίο ήταν ένα μεγάλο σεντούκι γεμάτο λογής-λογής θησαυρούς.Είχε χρυσά νομίσματα, στέμματα, κοσμήματα με μαργαριτάρια κι άλλα λαμπερά πολύτιμα πετράδια.
Αυτό όμως που πραγματικά έκανε εντύπωση στη Νερένια ήταν ένα όμορφος γοργόνος που κολυμπούσε και κείνος εκεί.
Ο γοργόνος την πλησίασε, της είπε ότι τον λένε Θαλασσινό κι έτσι γνωρίστηκαν.
Από τότε η Νερένια κι ο Θαλασσινός έγιναν αχώριστοι και συναντιόντουσαν κάθε μέρα στο ίδιο σημείο του βυθού κι έκαναν παρέα και γέλαγαν πολύ και πέρναγαν καλά.
Κάποια μέρα λοιπόν ο Θαλασσινός ζήτησε σε γάμο την Νερένια και της πρόσφερε ένα όμορφο μενταγιόν με κοχύλι και μαργαριτάρι. Κι εκείνη που τον αγαπούσε πολύ δέχτηκε αμέσως κι έφτιαξαν ένα πολύ όμορφο παλάτι στο βυθό, στολισμένο με όλους εκείνους τους θησαυρούς που βρήκαν δίπλα στο βυθισμένο πλοίο, στολισμένο με όμορφα κοράλλια και κοχύλια και γύρω του φύτεψαν όμορφα θαλασσολούλουδα.
Στο γάμο του κάλεσαν όλα τα ψάρια που ήταν φίλοι τους κι εκείνη ήταν μια πολύ όμορφη νύφη. Μετά έκαναν ένα μεγάλο γλέντι που ακόμα το θυμούνται στο βυθό.
Την άλλη μέρα έφυγαν ταξίδι και κολυμπώντας έφτασαν σ΄ένα νησί, όπου οι άνθρωποι είχαν λάβει ένα από τα μηνύματά της και χάρηκαν πολύ που τους γνώρισαν και τους είπαν πόσο πολύ προσπαθούν να κρατήσουν την θάλασσα καθαρή.
Αυτό θα ήταν το καλύτερο δώρο των ανθρώπων για όλα τα πλάσματα της θάλασσας!
.jpg)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου