Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

      ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΑΡΚΟΥΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ




Ξημέρωσε άλλη μια όμορφη μέρα κι ο ήλιος έστειλε τις χρυσαφένιες του ακτίνες γα να ζεστάνουν το δάσος και να φωτίσουν την ομορφιά του.

Η μαμά αρκούδα σηκώθηκε κι ετοίμασε το πρωινό. Ένα μπολ με γάλα και δημητριακά με μέλι για τον μικρό αρκουδάκο της και την γλυκιά αρκουδένια της, τα δίδυμα  παιδιά της, και τον καφέ με το κέικ σοκολάτα για κείνη και τον αρκούδο σύζυγό της.

Μετά πήγε και ξύπνησε τα παιδιά της και τα βοήθησε να ετοιμαστούν γρήγορα για το  αρκουδοσχολείο, να βγάλουν τις πιτζάμες τους, να φορέσουν τα καθαρά ,φρεσκοσιδερωμένα και μυρωδάτα τους ρούχα , τα παπούτσια τους κι όση ώρα τα αρκουδάκια έπλεναν το πρόσωπο και τα δόντια τους ( αυτό πια το είχαν μάθει και το έκαναν μόνα τους) εκείνη κοίταξε τις τσάντες κι έλεγξε αν ήταν όλα όσα έπρεπε μέσα κι ετοίμασε το κολατσιό τους για το σχολείο.

Μετά κάθισαν όλοι μαζί στο τραπέζι κι αφού έφαγαν το πρωινό ο μπαμπάς έφυγε για να φέρει ξύλα και φαγητό κι η μαμά αρκούδα πήγε τα αρκουδάκια της στο σχολείο.

Αφού μπήκαν στις τάξεις τους, η μαμά αρκούδα επέστρεψε στο σπίτι, μάζεψε από το τραπέζι τα πιάτα , τα έπλυνε , τα σκούπισε και τα έβαλε στο ντουλάπι.

Μετά άρχισε να ετοιμάζει το φαγητό. Πήγε στο κοντινό ποταμάκι κ ι έφερε φρέσκο νεράκι Έφερε τα ξύλα από την αυλή, άναψε φωτιά κι έβαλε πάνω το τσουκάλι να βράσει. Στο μεταξύ καθάρισε πατάτες, κρεμμύδια, καρότα και λάχανα και βάλθηκε να φτιάξει μια νόστιμη χορτόσουπα .

Όταν τα έβαλε όλα αυτά να βράσουν, πήγε να στρώσει τα κρεβάτια το δικό της και  των παιδιών, να διπλώσει τα ρούχα τους, να μαζέψει τα παιχνίδια τους.

Σκούπισε το πάτωμα και ξεσκόνισε ( πολύ σκόνη βρε παιδί μου μέσα στο δάσος) κι καθάρισε τα  λασπωμένα από τη βροχή τζάμια της κουζίνας για να μπορεί να βλέπει έξω τα πουλιά την ώρα που μαγείρευε.

Μετά πήγε έξω στην αυλή να πλύνει κάποια βρώμικα ρούχα.

Στο μεταξύ το φαγητό ήταν έτοιμο και μμμμμ μύριζε υπέροχα. Το δοκίμασε κι ήταν μμμμμ πεντανόστιμο , ίσως μόνο να ήθελε λίγο αλατάκι σκέφτηκε και το πρόσθεσε.

‘Όμως ήδη είχε φτάσει η ώρα που έπρεπε να πάρει τα μικρά από το σχολείο.

΄Εφυγε τρέχοντας κι όταν επέτρεψαν όλοι μαζί είχε ήδη έρθει κι ο μπαμπάς αρκούδος, που έφερε ένα δεμάτι ξύλα στην πλάτη του και κάποια χόρτα και λαχανικά για το αυριανό φαγητό.

Κάθισαν όλοι μαζί στο τραπέζι, αφού έπλυναν τα χέρια τους κι άρχισαν να τρώνε χαρούμενοι το όμορφο φαγητό που είχε φτιάξει η μαμά αρκούδα, και να συζητάνε πώς πέρασαν την ημέρα τους.

Τα παιδιά ήταν πολύ χαρούμενα που έπαιξαν με τους φίλους τους στο σχολείο κι έμαθαν ένα σωρό πράγματα.

Ο Μπαμπάς αρκούδος ήταν πολύ κουρασμένος, είπε και θα πήγαινε για ένα υπνάκο μετά το φαγητό.

Η μαμά αρκούδα δεν πρόλαβε να πει πώς πέρασε εκείνη, γιατί τελείωσαν το φαγητό και σηκώθηκαν από το τραπέζι.

Τα παιδιά πήγαν να παίξουν λίγο και να ξεκουραστούν πριν έρεθει η μαμά και ξεκινήσουν το διάβασμα για τα μαθήματα της αυριανής ημέρας.

Ο μπαμπάς αρκούδος ξάπλωσε, όπως το είχε πει κι αμέσως κοιμήθηκε.

Η μαμά αρκούδα μάζεψε τα πιάτα, τα έπλυνε ,τα ταχτοποίησε και πήγε στην αυλή για να απλώσει  τα πλυμένα της ρούχα.

Μετά μπήκε στο δωμάτιο των παιδιών και ξεκίνησαν να διαβάζουν.

Πόσο γρήγορα πέρασε η ώρα. ΄Επρεπε να ετοιμαστούν και να πάει τον Αρκουδάκο για προπόνηση στην ομάδα που έπαιζε ποδόσφαιρο και την Αρκουδένια της στο μπαλέτο.

 Μετά έπρεπε να πάνε στο χοροδιδάσκαλο που θα τους μάθαινε τις φιγούρες για το μεγάλο χορό της άνοιξης που θα γινόταν σε λίγες μέρες στο δάσος.

Και πραγματικά τα κατάφερε η μαμά αρκούδα και πήγε τα παιδιά όπου έπρεπε.

Επιστρέφοντας στο σπίτι είχε ήδη αρχίσει να νυχτώνει.

Σέρβιρε στα παιδιά  και στον αρκούδο το βραδινό τους κι εκείνη βγήκε στην αυλή για να μαζέψει τα πλυμένα καθαρά ρούχα . Μετά μπήκε κι εκείνη, έφαγε κι όταν όλοι σηκώθηκαν από το τραπέζι, συμμάζεψε πάλι τα πιάτα.

Αφού έκανε μπάνιο τα παιδιά, τα έβαλε μ΄ένα φιλί για ύπνο κι ήρθε ο μπαμπάς αρκούδος να τους διαβάσει ένα όμορφο παραμύθι που είχαν δανειστεί από το σχολείο.

Στο μεταξύ εκείνη πήγε στην κουζίνα κι άρχισε να σιδερώνει τα ρούχα για να τα φορέσουν αύριο τα παιδιά στο σχολείο. Καθώς σιδέρωνε είδε έξω από το καθαρό παράθυρο  το λαμπερό φεγγάρι που είχε βγει να κάνει τη βόλτα του στον ουρανό. –Πόσο γρήγορα πέρασε η μέρα, σκέφτηκε, και πόσο κουρασμένη νοιώθω…..

-Εντάξει τα παιδιά κοιμήθηκαν κι εγώ νυστάζω, είμαι πολύ κουρασμένος και πάω για ύπνο.

-Κι εγώ  σκέφτηκε η μαμά αρκούδα, κι εγώ νυστάζω, αλλά πρέπει να τελειώσω όλες αυτές τις δουλειές μόνη μου.

Από τότε κάτι άλλαξε στο αρκουδόσπιτο. Η μαμά αρκούδα συνέχισε να κάνει ό,τι έκανε πάντα, αλλά έπαψε πια να χαμογελά κι ήταν συνεχώς σκεφτική.

Ο Αρκουδάκος και η Αρκουδένια το παρατήρησαν και κρυφά ένα βράδυ το συζήτησαν με τον μπαμπά αρκούδο. Κι  εκείνος το είχε παρατηρήσει, αλλά δεν ήξερε τι την απασχολούσε. Τους υποσχέθηκε όμως πως θα τη ρωτούσε να μάθουν τι συμβαίνει.

Και πραγματικά την άλλη μέρα που η μαμά αρκούδα γύρισε από το σχολείο των παιδιών, την πήρε αγκαλιά και την ρώτησε τι έχει και δεν είναι χαρούμενη όπως παλιά, αλλά είναι συνεχώς σκεφτική.

Κι εκείνη έβαλε τα κλάματα και του είπε πως πρέπει να κάνει  τόσες πολλές δουλειές  που δεν  καταφέρνει να βρει ούτε μια στιγμή να ξεκουραστεί όλη την ημέρα ή να κάνει κάτι για κείνη, να βρεθεί με τις παλιές της φίλες και να μιλήσουν, να κάνει μια βόλτα  μόνη στο δάσος και να ακούσει τα πουλιά, να δουν μαζί με τον αρκούδο της , αγκαλιά το φεγγάρι……. Να τέτοια πράγματα της έλειπαν, του είπε.

Ο αρκούδος , που αγαπούσε πολύ την αρκουδίτσα του, αφού σκέφτηκε λίγο της είπε:

-Για μια βδομάδα, έχουμε αρκετό φαγητό. Έτσι θα μείνω εδώ και θα κάνω εγώ όλες τις δουλειές και εσύ θα έχεις την ευκαιρία να ξεκουραστείς και να κάνεις τα πράγματα που θέλεις.

-Και μετά τν εβδομάδα, θα γίνουν πάλι τα ίδια και τα ίδια…..

-Όχι βέβαια, μετά θα μοιραστούμε τις δουλειές και τόσο εγώ, όσο και τα παιδιά θα σε βοηθούμε όσο μπορούμε με τις δουλειές, γιατί αυτό που δεν είχα καταλάβει και συμβαίνει όλο αυτό τον καιρό, είναι ΑΔΙΚΟ.

-Δηλαδή; ρώτησε η μαμά αρκούδα κοιτώντας τον με τα λαμπερά δακρυσμένα της ματάκια.

-Δηλαδή, εγώ μπορώ πριν φύγω για το κυνήγι να πηγαίνω τα παιδιά στο σχολείο και να φροντίζω να επιστρέφω έγκαιρα για να παίρνω εγώ από το σχολείο. Επίσης μπορώ να πηγαίνω στο ποταμάκι και να φέρνω εγώ το φρέσκο νεράκι και να ανάβω τη φωτιά για το φαγητό, αλλά δεν ξέρω να μαγειρεύω.

Τα παιδιά επίσης μπορούν να βοηθούν στο στρώσιμο του τραπεζιού, να μαζεύουν τα πιάτα τους στο νεροχύτη,

Να διαβάζουν μόνα τους, να ετοιμάζονται το πρωί για το σχολείο μόνα τους, να στρώνουν τα κρεβάτια τους, να μαζεύουν τα παιχνίδια τους και να κάνουν μόνα τους το μπάνιο. Είναι πια μεγάλα παιδιά και πιστεύω πως θα θελήσουν να τα κάνουν όλα αυτά προκειμένου να σε ξαναδούν χαμογελαστή και χαρούμενη.

-Δεν ξέρω, μου φαίνεται δύσκολο να γίνουν έτσι όλα αυτά.

-Όλα αυτά μπορούν να γίνουν , είπαν τα παιδιά- αρκουδάκια που κρυφάκουγαν πίσω από την πόρτα, κι ορμώντας έπεσαν στην αγκαλιά της μαμάς αρκούδας, αρκεί να είσαι κι εσύ χαρούμενη και χαμογελαστή.

Κι από τότε έκαναν μια νέα αρχή στην αρκουδοοικογένεια, όπου όλες οι δουλειές μοιράζονταν, ανάλογα με το τι μπορούσε ο καθένας να κάνει  κι έτσι έμενε  χρόνος για  παιχνίδι με τα παιδιά και λίγος ελεύθερος  χρόνος για  να κάνει  ό,τι ήθελε η μαμά αρκούδα, που στ΄αλήθεια δεν ήθελε τίποτε άλλο από ΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ.

Και το αρκουδόσπιτο γέμισε από  το φως της αγάπης και  της χαράς!

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  ΤΑ ΜΑΓΙΚΑ ΚΟΥΦΕΤΑΚΙΑ ΤΟΥ ΑΙ ΒΑΣΙΛΗ Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος , πλησίαζαν οι γιορτές των Χριστουγέννων και οι άνθρωποι αλλά και όλα ...